18/9/08

Αγιογραφίες Αδ. Καρατζά στα Πηγαδάκια

Πριν λίγες μέρες ολοκληρώθηκαν στον ιερό ναό Αγίας Βαρβάρας Πηγαδακίων η αγιογράφηση των κογχών της πρόθεσης και του διακονικού, τις οποίες αγιογράφησε η από το ομώνυμο χωριό καταγόμενη Αδαμαντία Καρατζά. Η κ. Καρατζά γεννήθηκε στη Ζάκυνθο, σπούδασε στην Αθήνα σχέδιο, ζωγραφική και αγιογραφία διπλά σε δόκιμους καλλιτέχνες. Έχει στο ενεργητικό της συμμετοχές σε πανελλήνιες και διεθνείς εκθέσεις και είναι μέλος του Επιμελητηρίου Εικαστικών Τεχνών Ελλάδος. Η τεχνοτροπία που επιλέχτηκε ήταν αυτή της κρητοβυζαντινής τέχνης, μιας και τα καλλιτεχνικά στοιχεία του ναού, όπως το τέμπλο το οποίο δεσπόζει στο κεντρικό κλίτος του ναού, προερχόμενο από τον ιερό ναό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, αλλά και οι περισσότερες των εικόνων οι αναρτημένες στους τοίχους και στις καθέδρες, χρονολογούνται από το τέλος του 17ου και 18ου αι. Με την αγιογράφο φροντίσαμε να απεικονιστούν όλοι οι Άγιοι των οποίων ναοί αναφέρονται στα Πηγαδάκια καθώς και οι τοπικοί τιμώμενοι Άγιοι. Η παραγγελία πραγματοποιήθηκε και αποπληρώθηκε το 2007 με προσφορές των κατοίκων της ενορίας Πηγαδακίων, επί Εκκλησιαστικού Συμβούλιου αποτελούμενο από τον γράφοντα Αρχιμ. Διονύσιο Λυκογιάννη, τότε προσωρινό εφημέριο αυτής της ενορίας και τους Βερτζάγια Κυριάκο, Λίβο Διονύσιο, Σπαθάρο Γεράσιμο και τον αείμνηστο Βισβάρδη Σπυρίδωνα. Η αναφορά αυτή γίνεται όχι μόνον για την ιστορία αλλά κυρίως σαν δημόσιο ευχαριστήριο προς τους τότε συνεργάτες μου στο φιλόξενο χωριό των Πηγαδακίων, όπου η βοήθεια των πρόθυμων και νέων σε ηλικία συνεργατών μου υπήρξε υποδειγματική, με ομολογουμένως ευάρεστα αποτελέσματα για την λειτουργία της ενορίας.

2/9/08

Έργο του Παναγιώτη Δοξαρά στην I. Μ. Στροφάδων και Αγ.Διονυσίου

του π. Διονυσίου Λυκογιάννη
Ένα άγνωστο, ενυπόγραφο έργο του Παναγιώτη Δοξαρά, που βρισκόταν επί αιώνες στο ναό της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος στα Στροφάδια και φυλασσόταν τον τελευταίο καιρό στην Μονή του Αγ. Διονυσίου, έγινε γνωστό με τα εγκαίνια του νέου εκκλησιαστικού Μουσείου της Μονής, όταν εκτέθηκε σε κοινή θέα.
Πρόκειται για ένα μεγάλο ξυλό­γλυπτο και χρυσωμένο σταυρό, που έστεφε το τέμπλο του καθολικού της Μονής στα Στροφάδια. Στην κάτω αριστερή πλευρά υπάρχει η επιγρα­φή, "ΧΕΙΡ ΠΑΝΑΓΗΟΤΙ ΔΟΞΑΡΑ ΕΚ ΧΩΡΑΣ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ α χ π θ (1689)" και στη δεξιά πλευρά " ΔΕΗΣΙΣ ΤΟΥ ΔΟΥΛΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΔΑΝΙΗΛ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ ΤΟΥ..." ( η συνέχεια είναι δύσκολο να αναγνωστεί εξαι­τίας της φθοράς της ζωγραφικής επιφάνειας. Ίσως με τη συντήρηση του έργου μπορεί να αποκατασταθεί το όνομα [πρόκειται για τον Ιερομόναχο Δανιήλ Γουράτο] ).
Η απεικόνιση του νεκρού Χριστού με τα σύμβολα των Ευαγγελιστών στις τρίλοβες απολή­ξεις των τριών επάνω κεραιών και στο τριγωνικό διάχωρο της βάσης, ακολουθεί πρότυπα που υιοθετήθη­καν στις βενετοκρατούμενες περιο­χές της Ελλάδος από τα τέλη του 16ου αι., με καταγωγή στους μεγά­λους βενετσιάνικους σταυρούς του 13ου αι.
Το έργο αυτό είναι ιδιαιτέρως σημαντικό για πολλούς λόγους. Όσον αφορά τον Παναγιώτη Δοξαρά, σύμφωνα με τις πληροφορίες που έχουμε για τη ζωή και το έργο του, ζωγράφησε τον συγκεκριμένο Εσταυρωμένο, σε ηλικία 27 ετών. Αποτελεί έτσι το πρωιμότερο ενυπό­γραφο γνωστό έργο του. Πιο πρώιμο κι από αυτό του Αρχιερέως Χριστού της Κυρίας των Αγγέλων του 1691, που μέχρι τώρα υπήρξε το αρχαιότερο.
Σημαντική επίσης, είναι η πληρο­φορία που προέρχεται από την υπο­γραφή: "ΕΚ ΧΩΡΑΣ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ" που επιβεβαιώνει την καταγωγή της οικογένειάς του από την περιο­χή αυτή, όπως αναφέρει ο ιερο­μόναχος Λεόντιος στον πρόλογο της μεταφράσεως από τον Π. Δοξαρά έργου για τη ζωγρα­φική του Λεονάρντο Ντα Βίντσι.
Η μεγάλη όμως αξία της ζωγραφιάς αυτής έγκειται στο ότι αποτελεί το πρωιμότερο έργο της επτανησιακής σχο­λής, της ζωγραφικής του νατουράλε. Σύμφωνα με την μέχρι στιγμής βιογρα­φία του το 1685, τέσ­σερα χρόνια πριν ο πατέρας του Νικόλαος τον παραδί­δει στον Λέοντα Μόσκο για να του μάθει την προφεσιόν της αγιογραφοσύνης.
Το 1699 πηγαίνει στην Ιταλία για περαιτέρω σπουδές, όπου και έρχεται σε επαφή με τους αναγεννησιακούς ζωγράφους και τα έργα τους. Από το έργο της Ιεράς Μονής των Στροφάδων όμως προκύπτει, πως ο Π. Δοξαράς ήξερε την τέχνη του νατουράλε προτού να πάει στην Ιταλία το 1699. Σύμφωνα με τα μέχρι τώρα γνωστά στοιχεία, είναι ο πρώ­τος καταγόμενος εκ του ελληνικού χώρου, που χρησιμοποιεί και το λάδι σε καθαρώς εκκλησιαστικό έργο και μάλιστα σ' έναν χώρο κατεξοχήν ιερό, όπως το καθολικό της Μονής των Στροφάδων με έντονο το βυζα­ντινό παρελθόν.
Για την περιγραφή του έργου, αφήνω τον ίδιο τον δημιουργό μέσα από το βιβλίο του "περί ζωγραφίας" να το αναλύσει, όταν έχει πλέον γνωρίσει καλά την τέχνη του νατου­ράλε και γράφει γι' αυτήν "... με όλον τούτο η ζωγραφιά θέλει να φαίνεται τρυ­φερά, παστοφόρος και απαλή, χωρίς οροθεσίας καθάπερ το φυσικόν φανερώνει... τούτους τους χαρα­κτήρας μπορούμεν να τους παρομοιάσωμεν εις το σκελεθρόν του ανθρωπίνου σώματος, όπου πρέπει να σκεπασθή από σάρκαν δια να είναι τέλειον... έπειτα ο ζωγράφος άνωθεν εκείνων των χαρακτή­ρων, τυχένει με το καθαρόν και σκοτεινόν, να κάμει να σηκω­θούν τα κρεατομένα μέρη... και καθώς η ψυχή στέκει αοράτως κρυμένη εις το κορμί ούτως δια της αρετής της αυτής τέχνης του καθαρού και σκο­τεινού, στέκουν κρυμένα εκείνα τα πνεύματα των κινήσεων με αβεβαίας μεθόδους και με αδιόριστα μέτρα, εργαζομένη μόνο η οξύτης της δια­νοίας...".
Όσον αφορά τη γνησιότητα του έργου, θα πρέπει να θεωρηθεί αυθε­ντικό έργο του Π. Δοξαρά, καθότι εκτός του ότι φυλασσόταν απομονω­μένο στο τέμπλο του καθολικού των Στροφάδων, προσεκτική παρατήρηση των γραμμάτων δείχνει ότι ταιριά­ζουν απολύτως με τα γνωστά αποδι­δόμενα σε αυτόν κείμενα και υπογρα­φές, ακόμα και η ανορθογραφία, την οποία και ο ίδιος παραδέχεται στην εισαγωγή της μεταφράσεως του βιβλίου για τον Ντα Βίντσι.
Αν όντως η συντήρηση του έργου και οι ειδικοί αποδείξουν ότι η υπογραφή είναι γνήσια, τότε η Μονή των Στροφάδων δικαίως θα υπερηφα­νεύεται ότι οι αυτοκράτορες την δημιούργησαν, ο Θεός της προσέφε­ρε για φύλαξη την καρδιά του ζακυν­θινού λαού, το λείψανο του Αγίου Διονυσίου, και οι ταπεινοί ιερομόνα­χοι την εστόλιζαν με τα καλύτερα αλλά και πρωτοπόρα για την εποχή τους έργα.
( Δημοσιεύθηκε στην εφ. Ερμής, Ζάκυνθος, 16 Νοεμβρίου 2000, σελ. 5 ) .