Ένα άγνωστο, ενυπόγραφο έργο του Παναγιώτη Δοξαρά, που βρισκόταν επί αιώνες στο ναό της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος στα Στροφάδια και φυλασσόταν τον τελευταίο καιρό στην Μονή του Αγ. Διονυσίου, έγινε γνωστό με τα εγκαίνια του νέου εκκλησιαστικού Μουσείου της Μονής, όταν εκτέθηκε σε κοινή θέα.
Πρόκειται για ένα μεγάλο ξυλόγλυπτο και χρυσωμένο σταυρό, που έστεφε το τέμπλο του καθολικού της Μονής στα Στροφάδια. Στην κάτω αριστερή πλευρά υπάρχει η επιγραφή, "ΧΕΙΡ ΠΑΝΑΓΗΟΤΙ ΔΟΞΑΡΑ ΕΚ ΧΩΡΑΣ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ α χ π θ (1689)" και στη δεξιά πλευρά " ΔΕΗΣΙΣ ΤΟΥ ΔΟΥΛΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΔΑΝΙΗΛ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ ΤΟΥ..." ( η συνέχεια είναι δύσκολο να αναγνωστεί εξαιτίας της φθοράς της ζωγραφικής επιφάνειας. Ίσως με τη συντήρηση του έργου μπορεί να αποκατασταθεί το όνομα [πρόκειται για τον Ιερομόναχο Δανιήλ Γουράτο] ).
Η απεικόνιση του νεκρού Χριστού με τα σύμβολα των Ευαγγελιστών στις τρίλοβες απολήξεις των τριών επάνω κεραιών και στο τριγωνικό διάχωρο της βάσης, ακολουθεί πρότυπα που υιοθετήθηκαν στις βενετοκρατούμενες περιοχές της Ελλάδος από τα τέλη του 16ου αι., με καταγωγή στους μεγάλους βενετσιάνικους σταυρούς του 13ου αι.
Το έργο αυτό είναι ιδιαιτέρως σημαντικό για πολλούς λόγους. Όσον αφορά τον Παναγιώτη Δοξαρά, σύμφωνα με τις πληροφορίες που έχουμε για τη ζωή και το έργο του, ζωγράφησε τον συγκεκριμένο Εσταυρωμένο, σε ηλικία 27 ετών. Αποτελεί έτσι το πρωιμότερο ενυπόγραφο γνωστό έργο του. Πιο πρώιμο κι από αυτό του Αρχιερέως Χριστού της Κυρίας των Αγγέλων του 1691, που μέχρι τώρα υπήρξε το αρχαιότερο.
Σημαντική επίσης, είναι η πληροφορία που προέρχεται από την υπογραφή: "ΕΚ ΧΩΡΑΣ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ" που επιβεβαιώνει την καταγωγή της οικογένειάς του από την περιοχή αυτή, όπως αναφέρει ο ιερομόναχος Λεόντιος στον πρόλογο της μεταφράσεως από τον Π. Δοξαρά έργου για τη ζωγραφική του Λεονάρντο Ντα Βίντσι.
Η μεγάλη όμως αξία της ζωγραφιάς αυτής έγκειται στο ότι αποτελεί το πρωιμότερο έργο της επτανησιακής σχολής, της ζωγραφικής του νατουράλε. Σύμφωνα με την μέχρι στιγμής βιογραφία του το 1685, τέσσερα χρόνια πριν ο πατέρας του Νικόλαος τον παραδίδει στον Λέοντα Μόσκο για να του μάθει την προφεσιόν της αγιογραφοσύνης.
Το 1699 πηγαίνει στην Ιταλία για περαιτέρω σπουδές, όπου και έρχεται σε επαφή με τους αναγεννησιακούς ζωγράφους και τα έργα τους. Από το έργο της Ιεράς Μονής των Στροφάδων όμως προκύπτει, πως ο Π. Δοξαράς ήξερε την τέχνη του νατουράλε προτού να πάει στην Ιταλία το 1699. Σύμφωνα με τα μέχρι τώρα γνωστά στοιχεία, είναι ο πρώτος καταγόμενος εκ του ελληνικού χώρου, που χρησιμοποιεί και το λάδι σε καθαρώς εκκλησιαστικό έργο και μάλιστα σ' έναν χώρο κατεξοχήν ιερό, όπως το καθολικό της Μονής των Στροφάδων με έντονο το βυζαντινό παρελθόν.
Για την περιγραφή του έργου, αφήνω τον ίδιο τον δημιουργό μέσα από το βιβλίο του "περί ζωγραφίας" να το αναλύσει, όταν έχει πλέον γνωρίσει καλά την τέχνη του νατουράλε και γράφει γι' αυτήν "... με όλον τούτο η ζωγραφιά θέλει να φαίνεται τρυφερά, παστοφόρος και απαλή, χωρίς οροθεσίας καθάπερ το φυσικόν φανερώνει... τούτους τους χαρακτήρας μπορούμεν να τους παρομοιάσωμεν εις το σκελεθρόν του ανθρωπίνου σώματος, όπου πρέπει να σκεπασθή από σάρκαν δια να είναι τέλειον... έπειτα ο ζωγράφος άνωθεν εκείνων των χαρακτήρων, τυχένει με το καθαρόν και σκοτεινόν, να κάμει να σηκωθούν τα κρεατομένα μέρη... και καθώς η ψυχή στέκει αοράτως κρυμένη εις το κορμί ούτως δια της αρετής της αυτής τέχνης του καθαρού και σκοτεινού, στέκουν κρυμένα εκείνα τα πνεύματα των κινήσεων με αβεβαίας μεθόδους και με αδιόριστα μέτρα, εργαζομένη μόνο η οξύτης της διανοίας...".
Όσον αφορά τη γνησιότητα του έργου, θα πρέπει να θεωρηθεί αυθεντικό έργο του Π. Δοξαρά, καθότι εκτός του ότι φυλασσόταν απομονωμένο στο τέμπλο του καθολικού των Στροφάδων, προσεκτική παρατήρηση των γραμμάτων δείχνει ότι ταιριάζουν απολύτως με τα γνωστά αποδιδόμενα σε αυτόν κείμενα και υπογραφές, ακόμα και η ανορθογραφία, την οποία και ο ίδιος παραδέχεται στην εισαγωγή της μεταφράσεως του βιβλίου για τον Ντα Βίντσι.
Αν όντως η συντήρηση του έργου και οι ειδικοί αποδείξουν ότι η υπογραφή είναι γνήσια, τότε η Μονή των Στροφάδων δικαίως θα υπερηφανεύεται ότι οι αυτοκράτορες την δημιούργησαν, ο Θεός της προσέφερε για φύλαξη την καρδιά του ζακυνθινού λαού, το λείψανο του Αγίου Διονυσίου, και οι ταπεινοί ιερομόναχοι την εστόλιζαν με τα καλύτερα αλλά και πρωτοπόρα για την εποχή τους έργα. ( Δημοσιεύθηκε στην εφ. Ερμής, Ζάκυνθος, 16 Νοεμβρίου 2000, σελ. 5 ) .
Πρόκειται για ένα μεγάλο ξυλόγλυπτο και χρυσωμένο σταυρό, που έστεφε το τέμπλο του καθολικού της Μονής στα Στροφάδια. Στην κάτω αριστερή πλευρά υπάρχει η επιγραφή, "ΧΕΙΡ ΠΑΝΑΓΗΟΤΙ ΔΟΞΑΡΑ ΕΚ ΧΩΡΑΣ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ α χ π θ (1689)" και στη δεξιά πλευρά " ΔΕΗΣΙΣ ΤΟΥ ΔΟΥΛΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΔΑΝΙΗΛ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ ΤΟΥ..." ( η συνέχεια είναι δύσκολο να αναγνωστεί εξαιτίας της φθοράς της ζωγραφικής επιφάνειας. Ίσως με τη συντήρηση του έργου μπορεί να αποκατασταθεί το όνομα [πρόκειται για τον Ιερομόναχο Δανιήλ Γουράτο] ).
Η απεικόνιση του νεκρού Χριστού με τα σύμβολα των Ευαγγελιστών στις τρίλοβες απολήξεις των τριών επάνω κεραιών και στο τριγωνικό διάχωρο της βάσης, ακολουθεί πρότυπα που υιοθετήθηκαν στις βενετοκρατούμενες περιοχές της Ελλάδος από τα τέλη του 16ου αι., με καταγωγή στους μεγάλους βενετσιάνικους σταυρούς του 13ου αι.
Το έργο αυτό είναι ιδιαιτέρως σημαντικό για πολλούς λόγους. Όσον αφορά τον Παναγιώτη Δοξαρά, σύμφωνα με τις πληροφορίες που έχουμε για τη ζωή και το έργο του, ζωγράφησε τον συγκεκριμένο Εσταυρωμένο, σε ηλικία 27 ετών. Αποτελεί έτσι το πρωιμότερο ενυπόγραφο γνωστό έργο του. Πιο πρώιμο κι από αυτό του Αρχιερέως Χριστού της Κυρίας των Αγγέλων του 1691, που μέχρι τώρα υπήρξε το αρχαιότερο.
Σημαντική επίσης, είναι η πληροφορία που προέρχεται από την υπογραφή: "ΕΚ ΧΩΡΑΣ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ" που επιβεβαιώνει την καταγωγή της οικογένειάς του από την περιοχή αυτή, όπως αναφέρει ο ιερομόναχος Λεόντιος στον πρόλογο της μεταφράσεως από τον Π. Δοξαρά έργου για τη ζωγραφική του Λεονάρντο Ντα Βίντσι.
Η μεγάλη όμως αξία της ζωγραφιάς αυτής έγκειται στο ότι αποτελεί το πρωιμότερο έργο της επτανησιακής σχολής, της ζωγραφικής του νατουράλε. Σύμφωνα με την μέχρι στιγμής βιογραφία του το 1685, τέσσερα χρόνια πριν ο πατέρας του Νικόλαος τον παραδίδει στον Λέοντα Μόσκο για να του μάθει την προφεσιόν της αγιογραφοσύνης.
Το 1699 πηγαίνει στην Ιταλία για περαιτέρω σπουδές, όπου και έρχεται σε επαφή με τους αναγεννησιακούς ζωγράφους και τα έργα τους. Από το έργο της Ιεράς Μονής των Στροφάδων όμως προκύπτει, πως ο Π. Δοξαράς ήξερε την τέχνη του νατουράλε προτού να πάει στην Ιταλία το 1699. Σύμφωνα με τα μέχρι τώρα γνωστά στοιχεία, είναι ο πρώτος καταγόμενος εκ του ελληνικού χώρου, που χρησιμοποιεί και το λάδι σε καθαρώς εκκλησιαστικό έργο και μάλιστα σ' έναν χώρο κατεξοχήν ιερό, όπως το καθολικό της Μονής των Στροφάδων με έντονο το βυζαντινό παρελθόν.
Για την περιγραφή του έργου, αφήνω τον ίδιο τον δημιουργό μέσα από το βιβλίο του "περί ζωγραφίας" να το αναλύσει, όταν έχει πλέον γνωρίσει καλά την τέχνη του νατουράλε και γράφει γι' αυτήν "... με όλον τούτο η ζωγραφιά θέλει να φαίνεται τρυφερά, παστοφόρος και απαλή, χωρίς οροθεσίας καθάπερ το φυσικόν φανερώνει... τούτους τους χαρακτήρας μπορούμεν να τους παρομοιάσωμεν εις το σκελεθρόν του ανθρωπίνου σώματος, όπου πρέπει να σκεπασθή από σάρκαν δια να είναι τέλειον... έπειτα ο ζωγράφος άνωθεν εκείνων των χαρακτήρων, τυχένει με το καθαρόν και σκοτεινόν, να κάμει να σηκωθούν τα κρεατομένα μέρη... και καθώς η ψυχή στέκει αοράτως κρυμένη εις το κορμί ούτως δια της αρετής της αυτής τέχνης του καθαρού και σκοτεινού, στέκουν κρυμένα εκείνα τα πνεύματα των κινήσεων με αβεβαίας μεθόδους και με αδιόριστα μέτρα, εργαζομένη μόνο η οξύτης της διανοίας...".
Όσον αφορά τη γνησιότητα του έργου, θα πρέπει να θεωρηθεί αυθεντικό έργο του Π. Δοξαρά, καθότι εκτός του ότι φυλασσόταν απομονωμένο στο τέμπλο του καθολικού των Στροφάδων, προσεκτική παρατήρηση των γραμμάτων δείχνει ότι ταιριάζουν απολύτως με τα γνωστά αποδιδόμενα σε αυτόν κείμενα και υπογραφές, ακόμα και η ανορθογραφία, την οποία και ο ίδιος παραδέχεται στην εισαγωγή της μεταφράσεως του βιβλίου για τον Ντα Βίντσι.
Αν όντως η συντήρηση του έργου και οι ειδικοί αποδείξουν ότι η υπογραφή είναι γνήσια, τότε η Μονή των Στροφάδων δικαίως θα υπερηφανεύεται ότι οι αυτοκράτορες την δημιούργησαν, ο Θεός της προσέφερε για φύλαξη την καρδιά του ζακυνθινού λαού, το λείψανο του Αγίου Διονυσίου, και οι ταπεινοί ιερομόναχοι την εστόλιζαν με τα καλύτερα αλλά και πρωτοπόρα για την εποχή τους έργα. ( Δημοσιεύθηκε στην εφ. Ερμής, Ζάκυνθος, 16 Νοεμβρίου 2000, σελ. 5 ) .
2 σχόλια:
Ευχαριστούμε για το κείμενο. Το κακό με τις ημερήσιες εφημερίδες είναι πως, αν δεν τις διαβάζεις όλες κάθε μέρα, χάνεις ειδήσεις και κείμενα που σε ενδιαφέρουν, σαν αυτό που δημοσιεύετε εδώ. Προσωπικά σας παρακαλώ να συνεχίσετε και με άλλα.
Σε ευχαριστώ vertzak, καλή σχολική χρονιά σου εύχομαι.
Δημοσίευση σχολίου