Η ΕΙΚΟΝΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΧΑΡΑΛΑΜΠΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΝΑΟ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ
ΤΗΣ ΝΤΟΥΣΕΝΑΣ
Του Αρχιμ. Διονυσίου Λυκογιάννη
Ιεροκήρυξ Ι. Μ. Ζακύνθου - Υποψ. Διδάκτωρ Θεολογίας
Στη βόρεια πλευρά της πόλης, στην τοποθεσία
«Ποταμές», κάτω από τη σημερινή οδό Φιλικών στο ύψος της έπαυλης Κολαῒτη προς
τα Εγγλέζικα μνήματα και τα σημερινά ερείπια του Αγ. Ιωάννου του Τράφου, βρισκόταν
μέχρι την καταστροφή του 1953 ο ναός του Αγίου Χαραλάμπη και της Παναγίας της
Ντούσενας (εικ. 1). Ο Κονόμος αναφέρει ότι κτίστηκε από την οικογένεια Ντούσα,
που ήρθε στο μέσον του 17ου αι. από την Κέρκυρα.
Ο καλλιτεχνικός διάκοσμος του ναού, όπως
κομμάτια τέμπλου άλλα ξυλόγλυπτα, εικόνες και αντικείμενα μικροτεχνίας, συγκεντρώθηκαν
και τοποθετήθηκαν τα περισσότερα εξ αυτών στο μετασεισμικό ναό της Αγ. Τριάδας πόλεως
Ζακύνθου. Μέρος της ξύλινης προσπετίβας είχε μετασεισμικά τοποθετηθεί στον Άγιο
Νικόλαο στη Γαϊδουροταβέρνα, παρεκκλήσιο του ναού της Αγίας Τριάδας, η οποία καταστράφηκε
πριν από χρόνια από φωτιά. Μεταξύ των εικόνων που διασώθηκαν είναι και οι δεσποτικές
εικόνες του Χριστού και του Αγ. Ιωάννου του Προδρόμου, έργα του ιερέα Νικολάου
Κουλούρη «Νικολάου Ιερέος Κουλούρη χήρ»[1].
Η δεσποτική εικόνα του Αγίου Χαραλάμπη (διαστ.
94,5×61) βρίσκεται σήμερα τοποθετημένη σε παλιά ξυλόγλυπτη επιχρυσωμένη καθέδρα
στο δεξιό κλίτος του ναού της Αγίας Τριάδας και τις ημέρες αυτές ολοκληρώθηκε η
συντήρησή της από τους αδελφούς Μάριο και Ανδρέα Θεοδόση[2].
Με την αφαίρεση του αργυρού πάμφυλλου αποκαλύφθηκε
το καλυμμένο ζωγραφικό έργο, δικαιώνοντας τις μέχρι τώρα εικασίες για πιστή απεικόνιση
του ζωγραφικού σχεδίου στο ασημένιο πουκάμισο. Η μορφή του Αγίου Χαραλάμπη
με κλίση τριών τετάρτων δεσπόζει της παράστασης (εικ. 2). Γονυπετής, δέεται
προς τον Ιησού Χριστό να επέμβει και να κατακεραυνώσει, να εξαφανίσει το θανατικό που προκαλεί η νόσος
της πανώλης. Αυτή παριστάνεται ως ανθρώπινη, σκουρόχρωμη, ημίγυμνη, ώριμη γυναικεία
μορφή, με μακριά ίσια μαλλιά και μαστούς, προσωποποιώντας και δραματοποιώντας
με αυτόν τον τρόπο ο αγιογράφος τη θανατηφόρο νόσο, η οποία θέριζε τις ζωές των
θνητών ανθρώπων.
Τα σκοπίμως τονισμένα χαρακτηριστικά του προσώπου (μεγάλη πλακουτσή μύτη,
μεγάλα μάτια με πυκνά φρύδια, μεγάλο γυμνό μέτωπο και χείλη), το μισάνοιχτο στόμα
με την έκφραση πόνου, το πεσμένο στο έδαφος σε στάση άμυνας και σε συστροφή σώμα
που αποστρέφεται τον Άγιο κοιτώντας τον όμως κατάματα και το πεσμένο δρεπάνι με
το μακρύ κοντάρι, φανερώνουν την εκδίωξη της προσωποποιημένης πανούκλας ανίκανη
πια να πάρει άλλες ανθρώπινες ζωές και τη θαυματουργή μεσιτεία προς τον Χριστό
του Αγίου Χαραλάμπη για την επίτευξη αυτού του σκοπού.
Στην αριστερή άνω γωνία ο Ιησούς κρατώντας το
σύμβολο της νίκης και της αθανασίας, τον σταυρό, περιστοιχισμένος από αγγέλους,
κατακεραυνώνει την αρρώστια ευλογώντας τον μάρτυρά του και μέσω αυτού όλην την
πόλη της Ζακύνθου, φανερώνοντας την αποδοχή της μεσιτείας του. Ακριβώς απέναντι
και πάνω από τον Άγιο βρίσκεται σε μεγαλογράμματη γραφή και γαλάζιο βάθος η επιγραφή
« Ὁ ἊΓΙΟS ΧΑΡΑΛΑΜΠΟS».
Ο εικονιζόμενος άγιος είναι ενδεδυμένος την ιερατική
του στολή με κόκκινο φαιλόνιο με πολυσταύρι και λαιμόκοψη σε σχήμα V, χαρακτηριστικό
των φαιλονίων της Ζακύνθου την περίοδο του 18ου-19ου αι.
, με γαλάζια εσωτερική φόδρα. Το στιχάριο είναι λευκό και τα επιμάνικα χρυσά με
ένα μεγάλο σταυρό. Το επιγονάτιο κρέμεται με χρυσό γορδόνι από τη ζώνη και στο κέντρο
απεικονίζεται εξαπτέρυγο με χρυσογραφία σε κόκκινο βάθος. Κόκκινο με χρυσούς μεγάλους
σταυρούς είναι και το επιτραχήλιο.
Πίσω από τη μορφή του Αγίου ζωγραφίζονται οι πρώτες
σειρές των κτισμάτων στην ακτογραμμή της πόλης της Ζακύνθου από το ναό των Αγίων
Σαράντα μέχρι την αρχή των Ρεπάρων δίπλα από το ναό των Αγίων Πάντων, με το λόφο
του Κάστρου και την πόλη στους πρόποδές του να καλύπτονται σχεδόν εξολοκλήρου από το σώμα του Αγίου (εικ. 3).
Το πρώτο κτίριο,
που ιστορείται μπροστά από τον Άγιο δίπλα στη θάλασσα, είναι διώροφο και πρόκειται για το Τελωνείο (Ντουάνα). Ακριβώς δίπλα,
ορθώνεται το πυργοειδές κωδωνοστάσιο του Αγίου Νικολάου του Μόλου στη βορειοανατολική
πλευρά του ναού[3]. Η βάση
του έχει το γνωστό σχήμα της κολούρου πυραμίδας με το τοξοειδές άνοιγμα της πόρτας
και πάνω σε αυτήν υψώνονται τρεις όροφοι με διπλά μικρά ανοίγματα στον κάθε όροφο.
Ακολουθεί τέταρτος, όπου ήταν αναρτημένοι οι μεγάλοι κώδωνες, με δύο τόξα στην
κάθε πλευρά για την τοποθέτηση των μικρότερων
κωδώνων. Αναφέρεται το 1753 ότι είχε πυραμοειδή επίστεψη, όπως ακριβώς απεικονίζεται
και εδώ, δέκα κώδωνες καθώς και φανό που τον άναβαν τη νύχτα για τους ναυτιλλομένους.
Στη συνέχεια και πίσω από το κωδωνοστάσιο διακρίνονται
ο ναός του Αγίου Νικολάου, ένα μικρό κτίριο κολλητά σε αυτόν, που θα μπορούσαμε
να το ταυτίσουμε με αυτό του Υγειονομείου (Officio di Sanitá), που ανήκε στο ναό, ένα μεγάλο διώροφο κτίριο απέναντι
από το ναό των Αγίων Πάντων, που θα πρέπει να είναι το Ενεχυροδανειστήριο ο
«Μόντες» και πίσω από αυτό ο ναός του Αγίου Μάρκου με τον μεγάλο οβάλ φεγγίτη
και τα δύο στις άκρες ανολοκλήρωτα κωδωνοστάσια. Ο αγιογράφος ιστορεί με μικρή απόκλιση
τη θέση του συγκεκριμένου ναού, προσπαθεί όμως στο μικρό χώρο που έχει να αποτυπώσει
τα σημαντικά δημόσια κτίρια του συγκεκριμένου τομέα της Ζακύνθου.
Ο ναός των Αγίων
Πάντων με το πυργωτό κωδωνοστάσιο δεσπόζουν στην περιοχή αυτή της πόλης, όπως άλλωστε
γνωρίζουμε και από μαρτυρίες της εποχής, μιας και κατασκευάστηκε μεγαλύτερο από
αυτό του Αγίου Νικολάου, φτάνοντας τα 33 μέτρα. Το κωδωνοστάσιο των Αγίων Πάντων
είναι το μόνο κτίριο που ο αγιογράφος επιμελημένα και με σχεδιαστική ακρίβεια απέδωσε,
προσθέτοντας χρώμα στις αρχιτεκτονικές και διακοσμητικές λεπτομέρειες (εικ. 4).
Ξεκίνησε η κατασκευή του το 1695 και ολοκληρώθηκε το 1738. Η βάση έχει και εδώ
το σχήμα κολούρης πυραμίδας με τοξοειδές
άνοιγμα της πόρτας. Ακολουθούν τρεις όροφοι με διπλά τυφλά τόξα και ένας τέταρτος
με το μεγάλο στρογγυλό ρολόι στο κέντρο, όπου διακρίνονται ευκρινώς οι γραμμές
που αντιστοιχούσαν στις ώρες. Ο πέμπτος όροφος είναι ανοιχτός εξώστης με κιγκλίδωμα
και διπλά τοξοειδή ανοίγματα με καπιτέλες, όπου ήταν τοποθετημένοι οι κώδωνες
και στη συνέχεια κλειστός εξώστης πάλι με κιγκλίδωμα και οκταγωνικό τύμπανο πάνω
στο οποίο εδράζεται τρούλος με εξωτερικές νευρώσεις. Τονίζονται μάλιστα με λευκό
χρώμα οι νευρώσεις και κόκκινο ο τρούλος, ενώ οι γωνιασμένοι λίθοι του Γέρακα αποδίδονται
ζωγραφικά με κίτρινο χρώμα. Το βάθος των τυφλών διπλών τόξων ήταν σοβατισμένο και
είχαν χρώμα λευκό.
Με το σεισμό του 1893 υπέστη ζημίες, αφαιρέθηκε η τρουλωτή
επίστεψη ενώ κατέρρευσε το 1953 και δεν ανοικοδομήθηκε, όπως και ο παρακείμενος
ναός, που απεικονίζεται εδώ με τριγωνική κόγχη, τέσσερα μεγάλα παράθυρα και ένα μικρό στο μέρος
του ιερού στις μακριές όψεις.
Στην άλλη πλευρά της εικόνας, πίσω από τον Άγιο ιστορείται
ένας ναός με απλό πλακοειδές κωδωνοστάσιο στη δεξιά πλευρά (εικ. 5). Μάλλον πρόκειται
για το ναό των Αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων που είχε ανοικοδομηθεί το 1646 για
την απαλλαγή από την επιδημία της πανούκλας, που αφάνιζε τη Ζάκυνθο. Ο ναός την
περίοδο αυτή και τον επόμενο αιώνα που κατασκευάστηκε η εικόνα μας, ήταν παραθαλάσσιος.
Δίπλα από το ναό αριστερά, το τελευταίο οικοδόμημα που ζωγράφισε ο καλλιτέχνης
στην πλευρά αυτής της πόλης, είναι ένα μεγάλο διώροφο κτίριο με τέσσερα παράθυρα
στη μακριά πλευρά, με πρόσοψη στην παραλία και ένα μεγάλο τοξοειδές άνοιγμα ως πόρτα
και είσοδο. Θα μπορούσε να είναι το ναυπηγείο που αναφέρεται σε ιστορικές μαρτυρίες
πίσω από το ναό των Αγ. Σαράντα ή η μεγάλη αποθήκη (κάνεβα) της οικογενείας
Μοτσενίγου, που δώρισε και το οικόπεδο για να κτιστεί ο ναός.
Ο αγιογράφος
έχοντας ως πρότυπο την προγενέστερη εικόνα του Αγίου Χαραλάμπη, έργο του Νικολάου
Καλλέργη (1732) από τον ομώνυμο ναό στο Ποτάμι,
προσπαθεί να συνδέσει το ιστορικό γεγονός της απαλλαγής της πόλης από την πανώλη
με τον Αγ. Χαράλαμπο, εφαρμόζοντας θα λέγαμε ατέχνως την προοπτική, ιστορώντας μέρος
της πόλης στο βάθος. Σκοπός βέβαια του έμπειρου αγιογράφου δεν είναι τόσο η ρεαλιστική
απεικόνιση (όπως στην εικόνα του Καλλέργη) της πόλης αλλά η επισήμανση χαρακτηριστικών
εκκλησιαστικών κυρίως οικοδομημάτων, που προσδιορίζουν τα συγκεκριμένα σημεία
της πόλης που ιστορούνται.
Εξαίρεση αποτελεί το κωδωνοστάσιο των Αγίων Πάντων,
όπου αποδίδεται με ακριβή λεπτομέρεια και χρωματικά, θέλοντας νομίζω ο καλλιτέχνης
να αποτυπώσει εσαεί το καύχημα των Ζακυνθίων για τη νεόδμητη μεγαλόπρεπη κατασκευή.
Ένα στοιχείο, που μας βοηθά αρκετά και στο χρονολογικό προσδιορισμό της εικόνας.
Η κατασκευή του κωδωνοστασίου τελείωσε το 1738, το 1740 επισκευάστηκε το ρολόι
και το 1765 αποφασίστηκε να φύγει. Το κωδωνοστάσιο του Αγίου Νικολάου το 1742 έπαθε
ζημιές εξαιτίας σεισμού και το 1753 αναφέρεται ότι είχε πυραμίδα και δέκα καμπάνες.
Το 1747 ξανακτίστηκε ο ναός του Αγίου Μάρκου με τους πύργους των κωδωνοστασίων,
που εδώ απεικονίζονται ατέλειωτοι χωρίς τους τρούλους, ενώ στο αργυρό πάμφυλλο
της εικόνας του Ν. Καλλέργη, έργο του Τζουάνε Μαργαρώνη του 1757, φαίνονται με τρούλους.
Αυτές οι πληροφορίες σε συνάρτηση με το ζωγραφικό ύφος της εικόνας μας βοηθούν
στο χρονολογικό προσδιορισμό της κατασκευής της μεταξύ της δεκαετίας 1747 -
1757.
Να σημειώσουμε ότι το αργυρό πάμφυλλο ακολουθεί
σχεδόν με ακρίβεια το ζωγραφικό σχέδιο (εικ. 6). Αποδίδεται στον Δημήτριο
Κατηλιανό, σύμφωνα με χειρόγραφη σημείωση του αγιογράφου Παναγιώτη Πλαίσα Νίκα
του Νεότερου και έχει τις εξής επιγραφές «1814 ΜΑΡ[ΤΙΟΥ] 25 (σε ορθογώνια σφραγίδα
τα αρχικά ΔΚ)» και στο κάτω μέρος «ΔΕΗΣΙΣ ΤΗΣ ΔΟΥΛΗΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΕΚΑΤΕΡΙΝΗΣ
ΕΠΙΤΡΟΠΩΝ ΕΝΟΡΙΤΩΝ ΚΑΙ ΣΥΜΒΟΗΘΩΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΙΚΟΥ ΤΟΥΤΟΥ».
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Ντίνος Κονόμος, Ζάκυνθος
Καστρόλοφος και Αιγιαλός, τομ. Α΄, Αθήνα 1979.
Ντίνος Κονόμος, Εκκλησίες και
μοναστήρια στη Ζάκυνθο, Αθήνα 1967.
Διονύσιος
Ζήβας, «Τα ζακυνθινά κωδωνοστάσια», Αιξώνη,
τεύχ. 3 Αθήνα 1953.
Λεωνίδας
Ζώης, Λεξικόν ιστορικόν και λαογραφικόν Ζακύνθου,
Αθήνα 1963.
Άκης
Λυμούρης, Οι σεισμοί στη Ζάκυνθο, Αθήνα
2001.
Διονύσιος
Φλεμοτόμος, «Η πόλη της Ζακύνθου από την εικόνα του Αγ. Χαραλάμπους στο
Ποτάμι», Α΄ Συνέδριο οι οικισμοί της
Ζακύνθου, Εταιρεία Ζακυνθιακών Σπουδών, Αθήνα 1993.
[1]
[2]
[3]
Μεταγενέστερα το κωδωνοστάσιο φαίνεται πως μετακινήθηκε βορειοδυτικά. Στη θέση
αυτή προς το ιερό, απεικονίζεται και στην εικόνα του Νικολάου Καλλέργη του 1732
από το ναό του Αγίου Χαραλάμπη στο Ποτάμι
και στο αργυρό πάμφυλλο του Τζουάνε Μαργαρώνη του 1757.
3 σχόλια:
ΠΑΝΤΟΤΕ ΜΑΣ ΕΝΤΥΠΩΣΙΑΖΕΤΕ Π.ΛΥΚΟΓΙΑΝΝΗ ΜΕ ΤΗΝ ΕΡΕΥΝΑ ΣΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝΤΑ * ΕΞΑΓΟΜΕΝΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ !! ΤΑ ΟΠΟΙΑ " ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΑ " ΜΟΙΡΑΖΕΣΤΕ ΜΕ ΕΜΑΣ ΤΟ ΚΟΙΝΟ.. ..ΠΛΟΥΤΟΣ ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΤΟΥ ΤΖΑΝΤΕ ΠΟΥ ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΜΕΝΕΙ ΣΤΗΝ ΛΗΘΗ.. ..
ΣΕ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΜΟΥ ΓΙΑ ΤΑ ΚΑΛΑ ΣΟΥ ΛΟΓΙΑ. ΣΤΟ ΝΗΣΙ ΜΑΣ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΤΟΣΑ ΠΟΛΛΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΧΟΥΜΕ ΓΝΩΡΙΣΕΙ ΚΑΙ ΕΚΤΟΣ ΝΗΣΙΟΥ ΒΡΙΣΚΟΝΤΑΙ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΠΟΥ ΠΕΡΙΜΕΝΟΥΝ ΤΟΥΣ ΕΡΕΥΝΗΤΕΣ, ΜΕ ΠΟΛΥ ΚΟΠΟ ΣΩΜΑΤΙΚΟ ΚΑΙ ΦΘΟΡΑ, ΝΑ ΤΑ ΑΝΑΣΥΡΟΥΝ ΑΠΟ ΤΗ ΛΗΘΗ, ΝΑ ΤΑΙΡΙΑΞΟΥΝ ΤΑ ΣΠΑΣΜΕΝΑ ΚΟΜΜΑΤΙΑ ΚΑΙ ΝΑ ΤΑ ΜΟΙΡΑΣΤΟΥΝ ΜΕ ΟΛΟΥΣ ΓΙΑ ΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΘΑΥΜΑΣΜΟ.ΟΥΤΩΣ Ή ΑΛΛΩΣ ΔΕΝ ΑΝΗΚΟΥΝ ΣΕ ΚΑΠΟΙΟΝ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΑ.
Πολυ ωραία ενημερωση σε ευχαριστουμε!
Δημοσίευση σχολίου